«Σῶσον, Κύριε, τόν λαόν σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν
σου, νίκας τοῖς Βασιλεῦσι κατά βαρβάρων δωρούμενος καί τό σόν φυλάττων διά τοῦ
Σταυροῦ σου πολίτευμα.»
Αὐτή ἡ ὀνομασία δόθηκε στήν
Τρίτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν ἕνεκα τῆς λιτανεύσεως καί ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καί
Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, οἱ ὁποῖες λαμβάνουν χώρα αὐτήν τήν ἡμέρα μέσα στούς
ναούς. Πρόκειται γιά πράξη τῆς Ἐκκλησίας πανάρχαια, ἡ ὁποία ἀνάγεται
μέχρι τίς ἡμέρες τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Ὁ λόγος τῆς προβολῆς τοῦ Τιμίου Ξύλου ὀφείλεται στή μέριμνα τῆς
Ἐκκλησίας ὥστε νά ἐνισχύσει τούς πιστούς καί νά τονώσει τό ἠθικό τους γιά νά
συνεχίσουν μέ κουράγιο καί ὑπομονή τή νηστεία, τήν προσευχή καί τήν ἄσκηση τῶν ἁγίων
ἡμερῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Αὐτός ὁ πνευματικός ἀγώνας γεννᾶ ἀδυναμία
καί κόπο. Γιά τοῦτο οἱ πιστοί ἔχουν ἀνάγκη ἐνθαρρύνσεως, στηρίξεως καί ἐνισχύσεως.
Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου παρέχει ἀκριβῶς θάρρος καί ἐνίσχυση σέ κάθε ἀγωνιζόμενη ὕπαρξη,
ὥστε αὐτή νά ἐπιτύχει νά φθάσει νικηφόρα στό τέρμα.
Τούτη τή μέρα οἱ πιστοί καλοῦνται νά ἀτενίσουν εὐλαβικά τό
Σταυρό τοῦ Κυρίου, γιά νά λάβουν θάρρος, νά δυναμώσει ἡ πίστη τους καί νά ἐνθυμηθοῦν
πόσο ταπεινώθηκε ὁ Κύριος γιά τή δική μας σωτηρία. Νά μνημονεύσουν τόν
ταπεινωτικό θάνατο, τόν ὁποῖο ὑφίσταντο οἱ σκλάβοι καί οἱ κακοῦργοι.
Νά
κατανοήσουν ὅτι ὁ Χριστός ἀπό ἄκρα ἀγάπη πρός τό ἀνθρώπινο γένος ἐγένετο γιά
χάρη μας κατάρα καί ὄνειδος. Συνάμα ὅμως ὁ Σταυρός ἀποτελεῖ στολίδι τῆς Ἐκκλησίας,
σύμβολο χαρᾶς, λάβαρο νίκης, πηγή ἐμπνεύσεως, δείχτη πορείας, ἐλπίδα τῶν ἁμαρτωλῶν,
στήριγμα τῶν δικαίων, δόξα τῶν Ἀγγέλων, κραταίωμα τῶν βασιλέων καί ἀρχόντων,
τίτλο τιμῆς, πρόσκληση θυσίας καί ἔπαθλο Ἀναστάσεως.
Τότε, πάνω στό Γολγοθᾶ, ὁ Κύριος πότισε καί ἁγίασε τό Σταυρό
μέ τό πανάσπιλο αἷμά του. Τώρα οἱ πιστοί στολίζουν τό Σταυρό μέ τά
μυροβόλα ἄνθη τῆς ἀνοίξεως καί τόν ποτίζουν μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας, τά
στέφανα τῆς τιμῆς, μέ τά αἰσθήματα τῆς στοργῆς τους καί τῆς εὐάρεστης λατρείας
τους πρός τόν Κύριο, «ὅστις ἐγένετο ὑπέρ ἡμῶν κατάρα».
Ἡ λατρεύουσα Ἐκκλησία, τήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα στόν Ὄρθρο
τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ψάλλει: «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ
νόμου τῷ τιμίῳ σου αἴματι· τῷ Σταυρῷ προσηλωθείς καί τῇ λόγχῃ κεντηθείς
τήν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις. Σωτήρ ἡμῶν, δόξα σοι.» Ἡ
σταύρωση τοῦ Κυρίου διέλυσε τήν κατάρα καί ἔφερε τήν εὐλογία. Ὁ σταυρικός
θάνατος τοῦ Κυρίου ὁδήγησε στή ζωή.
Σήμερον δέ, μέ λαμπρότητα καί αἰσθήματα χαρᾶς, θριάμβου καί
νίκης τῆς ζωῆς σέ βάρος τοῦ θανάτου, ἡ Ἐκκλησία διακηρύσσει: «Τόν Σταυρόν
σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα καί τήν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν.» Ὅλο
τό ἐκκλησίασμα μέ ταπείνωση καί εὐλάβεια προσέρχεται νά ἀσπασθεῖ τόν Τίμιο
Σταυρό γιά νά λάβει τή θεία χάρη καί νά δεχθεῖ λίγα ἁγιασμένα λουλούδια ἀπό τή
χάρη τοῦ Σταυροῦ, τά ὁποῖα νά μεταφέρει σπίτι του, ὡς εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ διάφορες ἑορτές τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέσα στή ροή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ
ἔτους μᾶς ὑπενθυμίζουν ὅτι ὁ Χριστιανισμός ἀποτελεῖ τήν πίστη τοῦ ταπεινοῦ
φρονήματος καί τή διδασκαλία τῆς κενώσεως. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡς
γνήσιος συνεχιστής τῆς ἀπαραχάρακτης διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ, προβάλλει συνεχῶς
καί σέ πολλά μέρη αὐτό τό κενωτικό μήνυμα καί βίωμα. Καλεῖ δέ τά μέλη νά
ζοῦμε κάτω ἀπό τή σκιά τοῦ Σταυροῦ, ἀτενίζοντας τόν ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ
Χριστό.